και τι πρέπει να γνωρίζουμε για αυτό
To φοινικέλαιο είναι ένα βρώσιμο φυτικό λάδι που εξάγεται από τον καρπό του φοινικόδεντρου Elaeis guineensis.
Το χαμηλό του κόστος, οι πολλαπλές του χρήσεις, η υψηλή ανθεκτικότητά του απέναντι στις ακραίες θερμοκρασίες και κατά το τηγάνισμα, έχει ως αποτέλεσμα η βιομηχανία τροφίμων να το χρησιμοποιεί όλο και περισσότερο προκειμένου να αντικαταστήσει άλλα φυτικά έλαια που είναι πιο ακριβά στην παραγωγή τους.
Από το 2007, αυτό το εδώδιμο έλαιο είναι το πρώτο σε κατανάλωση αυτήν τη στιγμή στον κόσμο.
Το φοινικέλαιο χρησιμοποιείται παγκοσμίως ως μαγειρικό λάδι με τη μορφή μαργαρίνης, καθώς επίσης και στα γλυκά και στα αρτοπαρασκευάσματα. Χρησιμοποιείται επίσης στα καλλυντικά, στα είδη προσωπικής υγιεινής (σαπούνια) και καθαρισμού (απορρυπαντικά).
Είναι ένα συστατικό που χρησιμοποιείται ευρέως σε τυποποιημένα προϊόντα όπως σε κέικ, παγωτά, αρτοσκευάσματα, μπισκότα, σοκολάτες, μπάρες δημητριακών, πατατάκια και μαγιονέζες, αλλά και σε άλλες τροφές, οι οποίες πολύ συχνά επιλέγονται από τους καταναλωτές, χωρίς ωστόσο να γνωρίζουν την περιεκτικότητά τους σε φοινικέλαιο.
Ισχυροί επιστημονικοί φορείς της Ευρώπης και των ΗΠΑ, τονίζουν ότι η υπερβολική πρόσληψη παλμιτικού οξέος, που είναι το βασικό κορεσμένο λίπος στο φοινικέλαιο, συμβάλλει στην εμφάνιση καρδιοπαθειών. Για το λόγο αυτό, αρκετές διεθνείς υγειονομικές αρχές πιέζουν για τη μείωση της κατανάλωσης φοινικέλαιου, υποστηρίζοντας πως υπάρχουν πειστικά στοιχεία για τον ιδιαίτερα αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρδιοπαθειών.
Μάλιστα, θεωρείται ότι το φοινικέλαιο δεν είναι ένα ασφαλές υποκατάστατο για τα τρανς λιπαρά (μερικώς υδρογονωμένα λίπη) που χρησιμοποιούνται στη βιομηχανία τροφίμων καθώς έχει την ίδια επιβλαβή επίδραση στα επίπεδα της LDL χοληστερόλης και της απολιποπρωτεΐνης Β.
Δυστυχώς όμως, το φοινικέλαιο δύσκολα φτάνει στον καταναλωτή χωρίς να υποστεί επεξεργασία, επηρεάζοντας έτσι την ασφάλεια και ποιότητα του τροφίμου. Αποτέλεσμα αυτής της επεξεργασίας είναι η απώλεια πολλών από τα θρεπτικά συστικά που περιέχονται σε αυτό και ιδιαίτερα των καροτενοειδών του σε ποσοστό άνω του 70%.
Η έκθεση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων που δημοσιεύθηκε τον Μάιο του 2016 αναφέρει συγκεκριμένα ότι το συγκεκριμένο έλαιο καταλήγει επικίνδυνο όταν χρησιμοποιηθεί σε θερμοκρασίες άνω των 200 βαθμών.
Οι υψηλές θερμοκρασίες χρησιμοποιούνται για την αφαίρεση του φυσικού κόκκινου χρώματος που έχει αλλά και για την εξουδετέρωση της έντονης μυρωδιάς του..Αυτή η διαδικασία ωστόσο, απελευθερώνει γλυκιδόλη, μία ένωση που θεωρείται ότι προκαλεί όγκους. Οι υποστηρικτές του φοινικέλαιου ωστόσο στη βιομηχανία ισχυρίζονται ότι χρησιμοποιούν έλαιο, το οποίο υποβάλλεται σε επεξεργασία κάτω από ελεγχόμενες θερμοκρασίες και αυτό μετά την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Ασφάλεια των Τροφίμων.
Τι μπορούμε λοιπόν να κάνουμε;
Κανένας διεθνής οργανισμός δεν έχει απαγορεύσει την κατανάλωση φοινικέλαιου. Ο εκπρόσωπος της ασφάλειας τροφίμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με διάφορα τρόφιμα τα οποία περιέχουν φοινικέλαιο τόνισε πως δεν πρόκειται να υπάρξει καθολική απαγόρευση του φοινικέλαιου, αλλά πιθανή ρύθμιση των ορίων ασφαλούς κατανάλωσης.
Το φοινικέλαιο χρησιμοποιείται κατά κόρον στα τυποποιημένα τρόφιμα, αλλά μπορεί να λείπει εντελώς από τη σπιτική μαγειρική. Είναι στο χέρι μας να μην επιλέγουμε προϊόντα όπως μαργαρίνη, που συνήθως έχει ως κύριο συστατικό το φοινικέλαιο, αλλά ελαιόλαδο ή ηλιέλαιο, είτε για μαγείρεμα, τηγάνισμα, ή και στα γλυκά. Στο βαθμό που αγοράζουμε τυποποιημένα προϊόντα, σε ορισμένα από αυτά υπάρχει η επιλογή να αποφύγουμε το φοινικέλαιο π.χ. πατατάκια με ηλιέλαιο ή αραβοσιτέλαιο αντί φοινικέλαιου. Περιορίζοντας τα τυποποιημένα τρόφιμα περιορίζουμε την πρόσληψη πολλών χημικών πρόσθετων ουσιών και αποφεύγουμε την επεξεργασία των τροφών που αφαιρούν τις θρεπτικές τους ουσίες και δημιουργούν πιθανούς κινδύνους για την υγεία.
Με βάση όλα τα ανωτέρω δεδομένα είναι μάλλον πρώιμο να καταλήξουμε ότι το φοινικέλαιο είναι επικίνδυνο για τη δημόσια υγεία. Σε κάθε περίπτωση, κάνοντας πιο υγιεινές επιλογές στη διατροφή μας, με λιγότερα τυποποιημένα προϊόντα, λιγότερα λιπαρά, περισσότερα φρούτα και λαχανικά μπορούμε την ίδια στιγμή να μειώσουμε την έκθεσή μας όχι μόνο στο φοινικέλαιο, αλλά και σε άλλες πιθανές πηγές βλαβερών ουσιών.